Εὐσεβίου

Εὐσεβίου
Εὐσέβιος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ευσεβιανοί — οι (ΑΜ Εὐσεβιανοί) οι οπαδοί τής αίρεσης τού Ευσεβίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ευσέβιος + κατάλ. ανός (πρβλ. Ασι ανός, Ευσταθι ανός)] …   Dictionary of Greek

  • Σωκράτης — I Ένας από τους μεγαλύτερους φιλόσοφους της αρχαίας Ελλάδας (Αθήνα 470 ή 469 399 π.Χ.). Γιος ενός γλύπτη και μιας μαίας, ο Σ. πρέπει να είχε κάποια οικονομική άνεση, όπως αποδείχνει το γεγονός ότι πέρασε όλη του τη ζωή αδιαφορώντας για τα… …   Dictionary of Greek

  • λάβαρο — Αρχικά ήταν είδος ρωμαϊκής σημαίας και επρόκειτο για τετράγωνο ύφασμα, το οποίο κρεμιόταν σε κοντάρι ή ιστό· η λέξη προέρχεται άλλωστε από το λατινικό labarum. Λ. ονομάστηκε και η πρώτη αυτοκρατορική σημαία, την οποία ύψωσε στο Βυζάντιο ο Μέγας… …   Dictionary of Greek

  • μακεδόνιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μαζί με τους Θεόδουλο και Τατιανό κατέστρεψε ειδωλολατρικό ναό στη Μυρόπολη της Φρυγίας. Για τον λόγο αυτόν μαρτύρησε επί Ιουλιανού του Παραβάτη (4ος αι. μ.Χ.). Η μνήμη του τιμάται στις 12… …   Dictionary of Greek

  • ομοιούσιος — α, ο (Α ὁμοιούσιος και ὁμοιοούσιος, ον) 1. αυτός που έχει όμοια, αλλά όχι την ίδια ουσία με κάποιον άλλο, και δεν είναι εντελώς ίδιος 2. εκκλ. θεολογικός όρος τής αίρεσης τής Νικομηδείας, κατά τη διδασκαλία τής οποίας ο Χριστός είναι ως προς όλα… …   Dictionary of Greek

  • πατρόφιλος — Οπαδός του αρειανισμού που ανέπτυξε τη δράση του τον 4o αι. και ο οποίος είχε γράψει επιστολή στον επίσκοπο Aλεξανδρείας Αλέξανδρο με την οποία υπερασπιζόταν τον ‘Aρειο. Ο Π. καταγόταν από τη Σκυθόπολη, όπου είχε πολλούς ομοϊδεάτες. Το γεγονός… …   Dictionary of Greek

  • Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην …   Dictionary of Greek

  • Αιθιοπία — Κράτος της ανατολικής Αφρικής.Συνορεύει στα Β και στα Δ με το Σουδάν, στα Ν με την Κένυα, στα ΝΑ με τη Σομαλία και στα ΒΑ με το Τζιμπουτί και την Ερυθραία.Μετά την απόσπαση της Ερυθραίας (1993), η Α. (αιθιοπ. Γιατγιόπια Μανγκουίστ) δεν έχει πλέον …   Dictionary of Greek

  • Ακάκιος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Γιατρός (1ος αι. μ.Χ.). Είχε επινοήσει φάρμακο κατά της αιμόπτυσης. 2. Δάσκαλος της ρητορικής (4ος αι. μ.Χ.). Συγγραφέας του έργου Ωκύπους, που αποδόθηκε στον Λουκιανό. Σπούδασε στην Αθήνα αλλά καταγόταν από την… …   Dictionary of Greek

  • Βαάνης — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Βυζαντινός στρατηγός (7ος αι. μ.Χ.). Πήρε μέρος στην εκστρατεία του αυτοκράτορα Ηρακλείου εναντίον των Περσών (618) και τον επόμενο χρόνο στάλθηκε εναντίον των Αράβων. Πέτυχε σημαντικές νίκες εναντίον τους και τελικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”